Η θέση που βρέθηκα πριν από λίγο καιρό, αυτή στο να ταλαντεύομαι ανάμεσα στα ναι και στα όχι των δύο παιδιών μου, άρχισε να μου θυμίζει λιγάκι την κυρίαρχη ατμόσφαιρα της εποχής. Ένα κύμα, μια «μόδα» στο τι θα φάμε, πώς θα ντυθούμε, ποιος είναι ο καλός γονιός και οι καλύτερες εναλλακτικές διακοπές. Μου μοιάζει σαν να διεκδικούμε κάτι χωρίς να ξέρουμε τι είναι. Και όπως πάντα, τα πράγματα είναι ευκολότερα για συμπεράσματα, αν κοιτάξεις τα παιδιά.
Πόσες φορές έχουμε ικανοποιήσει το θέλω ενός παιδιού απλά και μόνο για να μην ζηλέψει;
Πόσες φορές το ένα παιδί έχει ζητήσει κάτι που καλά καλά δεν ξέρει τι είναι, απλά και μόνο γιατί το έχει και το άλλο;
Και αναρωτιέται κανείς εύλογα, τι νόημα έχουν όλα αυτά; Απολύτως κανένα.
Το κύμα, η «μόδα» και όλα τα δεινά δεν θα είχαν τόση επίδραση αν δίναμε στα παιδιά την αίσθηση του “είμαι διαφορετικός” από νωρίς. Είναι πολύ πιο δύσκολο, απαιτεί επικοινωνία και-κυρίως-σωστό λανσάρισμα για να μην εκληφθεί από το παιδί ως άρνηση. Δεν χρειάζονται όλα τα αδέρφια το ίδιο πράγμα την ίδια στιγμή. Είναι κάποια στα οποία με ευκολία θα πούμε όχι. Αν ζητήσει το 18 μηνών μωρό μας το μαχαίρι που κρατά η πεντάχρονη αδερφή του, θα λάβει την αυτονόητη αρνητική απάντηση. Όμως αν πέσει ουρλιάζοντας το δίχρονό μας στο πολυκατάστημα, για να πάρει το ίδιο ακριβώς τηλεκατευθυνόμενο με τον εξάχρονο αδερφό του θα ταλαντευτούμε, γνωρίζοντας παρόλα αυτά ότι δεν έχει κανένα νόημα ακόμα για αυτό. Πιθανόν θα το αγοράσουμε με την ελάφρυνση ότι θα μπει σε ένα ράφι και θα περιμένει 3 χρόνια. Ή στην καλύτερη περίπτωση θα διαπραγματευτούμε μέχρι τελευταίας ανάσας για να πάρει στη θέση του ένα απλό αυτοκινητάκι. Κάπου μέσα σε όλο αυτό υπάρχει το όχι, που ένα δίχρονο δεν μπορεί να αποκωδικοποιήσει ακόμα.
Μπορούμε άραγε να πούμε κάτι εκτός από το σκέτο “όχι”; Κατανοητό; Αληθινό; Που μπορεί και θα δει ότι ισχύει;
«Δεν είναι ακόμα η ώρα για αυτό.» Σ’ αυτή τη φράση, υπάρχει ένα κρυφό, μαγικό-νομίζω-μήνυμα. Της διαφοράς μου με τον άλλον. Στις ανάγκες, στα γούστα μου που τώρα αρχίζουν να διαμορφώνονται, στα θέλω μου, που θέλουμε να είναι στοχευμένα και να κρύβουν ενδιαφέρον, στον σεβασμό εν τέλει και στην αξία του διεκδικώ αυτό που θέλω.
Ας μην χτίσουμε άθελα μας, αυτές τις αδερφικές σχέσεις που ο ένας κυνηγά να αποδείξει κάτι στον άλλον ή διαφέρει απλά για να μην είναι σαν τον άλλον. Η δική μας οικονομία στο να ικανοποιήσουμε τα «θέλω και εγώ» χωρίς νόημα, δεν είναι τσιγκουνιά, ούτε τροφοδοτεί ανταγωνισμό. Είναι μια κρυμμένη συνειδητοποίηση και παρότρυνση να κοιτούν αυτό που θέλουν εκείνα και όχι αυτό που έχει ο διπλανός.
Όποτε συναντήσω στο δρόμο μου κάτι που μου έχει ζητήσει ένα από τα παιδιά μου, θα το πάρω. Και έχω απαγορεύσει στον εαυτό μου να μπει στην διαδικασία να πάρει και κάτι για το άλλο παιδί. Έχω επιβάλει στον εαυτό μου να παρατηρεί το μικρότερο παιδί, που ακόμα δεν εκφράζει απόλυτα τα θέλω του και να φροντίζω να του φέρνω αυτά που έχει ανάγκη. Την πρώτη φορά που μπήκα στο σπίτι με σακούλα που είχε κάτι για την μικρή μου και μόνο, το ομολογώ, φοβόμουν. Εγώ φοβόμουν, γιατί το μεγάλο μου παιδί το θεώρησε απόλυτα φυσιολογικό που επιτέλους βρήκα αυτό το παιχνίδι που χρειάζονταν η αδελφή του.
Η ζυγαριά δεν χρειάζεται να γέρνει εις βάρος κανενός όταν σε μια οικογένεια, μια παρέα, μια σχέση, μια φιλία, μια ομάδα ο καθένας παίρνει αυτό που πραγματικά χρειάζεται, όταν το χρειάζεται. Και φυσικά δεν μιλώ μόνο για αντικείμενα.





